Συχνά μιλάμε για εξάρτηση στις σχέσεις χωρίς να έχουμε μια καθαρή εικόνα τι σημαίνει αυτό. Μπορεί να έχουμε μια αίσθηση ότι είμαστε εξαρτημένοι από τους γονείς μας, το σύντροφό μας ή από τη γνώμη των άλλων γενικότερα. Συνήθως καταλαβαίνουμε την εξάρτησή μας, αφού τελειώσει μια σχέση ή όταν αναγκαζόμαστε να μείνουμε μόνοι μας και να σταθούμε στα πόδια μας. Τότε ανακαλύπτουμε ότι κάπου στην πορεία των σχέσεων μας έχουμε χάσει την εμπιστοσύνη προς τον εαυτό μας και μένουμε αμήχανοι μπροστά στην αναζήτηση τρόπων για να στηριχτούμε στις δικές μας δυνάμεις.
Πώς καταλαβαίνουμε ότι εξαρτόμαστε υπερβολικά από τις σχέσεις μας;
Σε κάθε σχέση υπάρχει ένας βαθμός εξάρτησης, που μπορεί να κυμαίνεται από την υγιή ως τη μη υγιή εξάρτηση. Επίσης, η εξάρτηση μπορεί να εκδηλώνεται διαφορετικά σε κάθε άνθρωπο ή να χαρακτηρίζει μερικές μόνο σχέσεις του (συνήθως τις πιο κοντινές). Για να αξιολογήσουμε αν η εξάρτηση μας είναι υπερβολική, αρκεί να αναλογιστούμε πώς λειτουργούμε στις σχέσεις μας.
Πιο συγκεκριμένα, ένας άνθρωπος βιώνει εξάρτηση, όταν φοβάται τόσο πολύ μήπως χάσει μια σχέση, ώστε καταφεύγει σε υπερβολικές συμπεριφορές για να την κρατήσει. Στον τρόπο σκέψης του, κυριαρχεί η πεποίθηση ότι δεν είναι ικανός να τα καταφέρει μόνος του και αμφιβάλλει συνεχώς για την αξία του, τις δυνάμεις και τις απόψεις του. Πιστεύει ότι οι άλλοι ξέρουν ποιο είναι το καλό του και είναι πιο δυνατοί και ικανοί να τον καθοδηγήσουν. Γι’ αυτό το λόγο μπορεί να αμφισβητεί τη γνώμη του, αν διαφέρει από των άλλων, και συχνά εμπιστεύεται ό, τι του λένε χωρίς να το φιλτράρει με τα δικά του κριτήρια.
Στο συναισθηματικό επίπεδο, ο εξαρτημένος άνθρωπος νιώθει πολύ δυσάρεστα ή ακόμα και αβοήθητος κάθε φορά που πρέπει να μείνει μόνος του ή έστω να πετύχει κάτι χωρίς την βοήθεια των άλλων. Μέσα στις σχέσεις του φοβάται συνεχώς ότι θα τον εγκαταλείψουν, ταράζεται υπερβολικά από τις συγκρούσεις, ενώ πληγώνεται πολύ εύκολα και ακινητοποιείται από την κριτική και την απόρριψη. Συχνά, όταν τελειώνει μια σχέση του, νιώθει μεγάλη απόγνωση και αναζητά επίμονα μια νέα σχέση για τον καθοδηγεί.
Τέλος, στη συμπεριφορά του συνήθως δυσκολεύεται να πάρει αποφάσεις και πρωτοβουλίες και ζητάει συνεχώς από τους άλλους συμβουλές και επιβεβαίωση για ό, τι κάνει. Μπορεί ακόμη να τους αφήσει να πάρουν εκείνοι την απόφαση για τον ίδιο και την ακολουθεί ακόμη κι αν διαφωνεί. Για αποφύγει την απόρριψη και να διασφαλίσει την φροντίδα, είναι ευγενικός και ευχάριστος και αποφεύγει τις συγκρούσεις, συμφωνεί και υποχωρεί ακόμα κι αν πιστεύει ότι ο άλλος έχει άδικο, θυσιάζεται για να ικανοποιήσει τον άλλο, παίρνει το ρόλο του αδύναμου ή του ευάλωτου.
Με λίγα λόγια, το άτομο που βρίσκεται σε σχέση εξάρτησης έχει την τάση να στρέφεται στον άλλο για να καταλάβει ποιος είναι ο ίδιος, τι νιώθει και τι να κάνει και αναλόγως με την απάντηση, προσαρμόζει τον εαυτό του.
Πώς καταλήγουμε, όμως, σε αυτό το σημείο;
Όλα ξεκινούν από τη γέννηση μας! Όταν είμαστε βρέφη χρειαζόμαστε τους άλλους, συνήθως τους γονείς μας, για να μας φροντίζουν και να ικανοποιούν τις ανάγκες μας, σωματικές και συναισθηματικές, ώστε να επιβιώσουμε και να αναπτυχθούμε. Αυτή η προσκόλληση στους γονείς μας είναι υγιής και απαραίτητη για να αναπτύξουμε την ικανότητα μας να εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους και να νιώθουμε ασφάλεια στις σχέσεις μας.
Καθώς πλησιάζουμε στην ηλικία των 18 μηνών, προκύπτει μια νέα σημαντική ικανότητα, που σχετίζεται με την περιέργεια μας να εξερευνήσουμε τον κόσμο γύρω μας με σκοπό να κατακτήσουμε σταδιακά την αυτονομία μας. Για να το πετύχουμε αυτό, χρειαζόμαστε το χώρο ώστε να απομακρυνθούμε από τους γονείς μας, και ταυτόχρονα την ασφάλεια ότι εκείνοι θα είναι πίσω μας ως μια ασφαλής πηγή στήριξης. Με αυτό τον τρόπο διαμορφώνουμε τα όρια μας, την αυτορρύθμιση μας και την ελευθερία στις επιλογές μας.
Αν οι γονείς μας – από φόβο μήπως δεν τα καταφέρουμε ή μήπως μας χάσουν – συνεχίσουν να φροντίζουν για κάθε ανάγκη μας ή μας απαγορεύουν να βγούμε στον κόσμο προστατεύοντας μας υπερβολικά, τότε θα ανακοπεί αυτή η φυσιολογική διαδικασία προς την αυτονομία. Δεν θα αναπτύξουμε επαρκώς την ικανότητα μας για αυτοφροντίδα και θα νιώθουμε αμφιβολία για κάθε μας κίνηση. Επιπλέον, μπορεί να νιώθουμε ενοχές και ντροπή για κάθε επιθυμία μας που ξεφεύγει από τα στενά όρια που έχουν καθορίσει οι γονείς μας.
Για να μπορέσει να διατηρηθεί αυτή η σχέση εξάρτησης, που είναι αντίθετη στη φυσική μας τάση για αυτονομία, σχηματίζεται η στρεβλή πεποίθηση ότι είμαστε αδύναμοι μέσα σε έναν επικίνδυνο κόσμο, όπου δεν μπορούμε να τα καταφέρουμε χωρίς την βοήθεια των άλλων. Από αυτή την πεποίθηση προκύπτουν και τα ανάλογα συναισθήματα και οι συμπεριφορές μας. Τρέμουμε στην ιδέα ότι θα μείνουμε μόνοι μας- σαν να πρόκειται να χαθούμε- και γι’ αυτό δεν τολμάμε να κάνουμε κάτι που θα δυσαρεστούσε τους σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή μας. Έτσι, καταλήγουμε να χάνουμε όλο και περισσότερο την επαφή με τον εαυτό μας και τις ουσιαστικές μας ανάγκες.
Εξάρτηση στις ερωτικές σχέσεις
Αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι ότι επαναλαμβάνουμε τον τρόπο που έχουμε μάθει να συνδεόμαστε με τους γονείς μας και στις υπόλοιπες σχέσεις μας και κυρίως στις ερωτικές σχέσεις που είναι πιο οικείες. Συνεπώς, πολύ συχνά επιλέγουμε ένα ερωτικό σύντροφο που ο δικός του τρόπος σύνδεσης είναι συμπληρωματικός στο δικό μας. Αν έχουμε μάθει να πιστεύουμε ότι ο άλλος είναι πιο «δυνατός», αν νιώθουμε φόβο να τον χάσουμε σαν να πρόκειται να χαθούμε, τότε θα κάνουμε τα πάντα για να διατηρήσουμε αυτό το δεσμό. Ακόμα και αν αυτό σημαίνει να χάσουμε τον εαυτό μας στην πορεία.
Από την εξάρτηση στην αλληλεξάρτηση
Το πρώτο βήμα για να φύγουμε από την εξάρτηση είναι η επίγνωση. Χρειάζεται, δηλαδή, να αναγνωρίσουμε τις πεποιθήσεις με τις οποίες υποτιμούμε τον εαυτό μας, τα συναισθήματα ανασφάλειας και τις συμπεριφορές που μας απομακρύνουν από τις αληθινές μας ανάγκες. Επίσης, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε πως αυτοί οι μηχανισμοί ανήκουν στην πραγματικότητα της παιδικής μας ηλικίας. Είναι σημαντικό να δοκιμάσουμε να δημιουργήσουμε νέες εμπειρίες, που επιβεβαιώνουν τις ικανότητες που έχουμε ως ενήλικες πια να τολμάμε και να πετυχαίνουμε ή να πέφτουμε και να ξανασηκωνόμαστε. Ένα επίσης ουσιαστικό βήμα για αυτή την αλλαγή είναι να αναγνωρίσουμε μέσα μας το παιδί που έχει ανεκπλήρωτες ανάγκες και τον ενήλικα που μπορεί να τις ικανοποιήσει. Έτσι, θα μπορέσουμε να προσφέρουμε οι ίδιοι στον εαυτό μας την επιβεβαίωση, τη στήριξη και την φροντίδα που τόσο έχουμε ανάγκη. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα αποκοπούμε από τις σχέσεις μας, αλλά ότι δεν θα περιμένουμε πια από αυτές να μας επιβεβαιώσουν.
Σε αυτή την πορεία μας χρειαζόμαστε κοντά μας ανθρώπους, οι οποίοι θα μας αντιμετωπίζουν ισότιμα. Αυτοί θα είναι οι άνθρωποι που εμείς θα επιλέξουμε να έχουμε δίπλα μας. Ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να είναι και ο θεραπευτής μας, ο οποίος έχει τη διάθεση να μας κατανοήσει, να μας αποδεχτεί και να μας στηρίξει στην προσπάθεια μας να γίνουμε ο εαυτός μας.